εἰσμίγνυμι
From LSJ
ἄμμες δὲ γ' ἐσσόμεσθα πολλῷ κάρρονες → and we shall be better by far | we shall be sometime mightier men by far than both | sometime we shall become much better than you | so we shall be, and braver far
German (Pape)
[Seite 744] (s. μίγνυμι), hineinmischen, Plut. san. tuend. p. 383, l. d.
Greek Monolingual
εἰσμίγνυμι (Α)
αναμιγνύω, ανακατώνω μέσα.
Russian (Dvoretsky)
εἰσμίγνῡμι: примешивать (αἱ τῶν ἀνθέων ὀσμαὶ εἰσμιχθεῖσαι τῷ ἐλαίῳ Plut.).