εὐηνίως
From LSJ
λέγεται δὲ καὶ κλῶνας αὐτῆς θύραις ἢ θυρίσι προστεθέντας ἀποκρούειν τὰς τῶν φαρμάκων κακουργίας → its branches attached to doors or windows are said to repel the evil of spells
French (Bailly abrégé)
adv.
docilement.
Étymologie: εὐήνιος.
Russian (Dvoretsky)
εὐηνίως: послушно, покорно, кротко (προσδιαλέγεσθαι Plat.; δέχεσθαι τὴν μάθησιν Plut.).