θεοσκότεινος
From LSJ
ἡ τῆς παιδογονίας συνουσία → sexual intercourse for the purpose of bearing children
Greek Monolingual
-η, -ο
1. ο εντελώς σκοτεινός
2. (για πρόσ.) ο αμαθής, ο εντελώς αγράμματος.
ἡ τῆς παιδογονίας συνουσία → sexual intercourse for the purpose of bearing children
-η, -ο
1. ο εντελώς σκοτεινός
2. (για πρόσ.) ο αμαθής, ο εντελώς αγράμματος.