ινοπαγής
From LSJ
τὸ τῶν νικητόρων στρατόπεδον → Victorious Legion
Greek Monolingual
-ές
αυτός που αποτελείται από ίνες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ίνα + -παγής (< θ. παγ-, πρβλ. ἐ-πάγ-ην, του ρ. πήγνυμι), πρβλ. προσωποπαγής, σιδηροπαγής].
τὸ τῶν νικητόρων στρατόπεδον → Victorious Legion
-ές
αυτός που αποτελείται από ίνες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ίνα + -παγής (< θ. παγ-, πρβλ. ἐ-πάγ-ην, του ρ. πήγνυμι), πρβλ. προσωποπαγής, σιδηροπαγής].