κατάκλυση
From LSJ
Φιλίας δοκιμαστήριον ὁ χωρισμὸς φίλων → Probas amicum, ab eo si longe absies → Der Freundschaft Probe ist die Trennung von dem Freund
Greek Monolingual
η (Α κατάκλυσις) κατακλύζω
νεοελλ.
ναυτ. η υπερπλήρωση διαμερίσματος πλοίου με νερό
αρχ.
το κλύσμα.