κινηματογραφώ

From LSJ

καὶ κεραμεὺς κεραμεῖ κοτέει καὶ τέκτονι τέκτων, καὶ πτωχὸς πτωχῷ φθονέει καὶ ἀοιδὸς ἀοιδῷ → and potter is ill-disposed to potter, and carpenter to carpenter, and the beggar is envious of the beggar, the singer of the singer

Source

Greek Monolingual

κινηματογράφος
αποτυπώνω με κινηματογραφική μηχανή την κίνηση προσώπων ή πραγμάτων σε ειδική ταινία για να τήν προβάλω σε οθόνη.