εἰς πέλαγος σπέρµα βαλεῖν καὶ γράµµατα γράψαι ἀµφότερος µόχθος τε κενὸς καὶ πρᾶξις ἄκαρπος → throwing seeds and writing letters at sea are both a vain and fruitless endeavor
ο
θηλ. κουβαλήτρα κουβαλώ
1. αυτός που κάνει μεταφορές
2. αυτός που εφοδιάζει το σπίτι του διαρκώς με άφθονα τρόφιμα ή άλλα αναγκαία.