Ἔρως, ὅ κατ' ὀμμάτων στάζεις πόθον → Eros who drips desire into the eyes
-η, -ο (Μ λαμπροκόκκινος, -η, -ον)αυτός που έχει λαμπερό κόκκινο χρώμα.