λατινόφρων

From LSJ

Σοφὴ σοφῶν γὰρ γίγνεται συμβουλία → Denn nur von weisen Männern stammt der weise Rat

Menander, Monostichoi, 483

Greek Monolingual

-ον (Μ λατινόφρων, -ον)
αυτός που ασπάζεται τα δόγματα της Δυτικής Εκκλησίας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λατῖνος + -φρων (< φρήν, φρενός), πρβλ. κακόφρων, κοινόφρων].