μεσεντέριος
From LSJ
Ὁ νοῦς γὰρ ἡμῶν ἐστιν ἐν ἑκάστῳ θεός → Mortalium cuique sua mens est deus → In jedem von uns nämlich wirkt sein Geist als Gott
Greek Monolingual
-α. -ο
1. χαρακτηρισμός ανατομικού σχηματισμού που σχετίζεται με το μεσεντέριο («μεσεντέριες αρτηρίες»)
2. το ουδ. ως ουσ. βλ. μεσεντέριο.