μεταδοτήρας

From LSJ

κρῖναι δὲ λόγῳ πολύδηριν ἔλεγχον ἐξ ἐμέθεν ῥηθέντα → judge by reason the too much contested argument which has been given by me

Source

Greek Monolingual

ο
όργανο με το οποίο μεταδίδεται κίνηση από ένα σώμα σε άλλο, αλλ. μεταδότης.