μολυβδοβούλλα

From LSJ

μεγάλα ὠφελήσεσθε πρὸς ἱστορίαν τῶν κοινῶν → that will be of great benefit to you in order to understand public affairs

Source

Greek Monolingual

μολυβδοβούλλα, και μολυβδόβουλλα, ἡ (Μ)
μολυβδόβουλλο, σφραγίδα από μόλυβδο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μόλυβδος + βούλλα «σφραγίδα»].