μυοδυστροφία

From LSJ

ἑρμηνεία διὰ τῆς ὀνομασίας → expression by means of language

Source

Greek Monolingual

η
ιατρ. κληρονομική νόσος που προκαλεί προοδευτική αδυναμία του μυϊκού ιστού και που προσβάλλει κυρίως τους μυς του σκελετού αλλά ορισμένες φορές και το μυοκάρδιο.