τὰ ἀφανῆ τοῖς φανεροῖς τεκμαίρου → analyze the unknown based on the known
νεκρέγερτος, -ον (ΑΜ, Μ και νεκρόγερτος, -ον)νεκραναστημένος, εγερθείς εκ νεκρών.[ΕΤΥΜΟΛ. < νεκρ(ο)- + ἐγείρω.