Ἔρως, ὅ κατ' ὀμμάτων στάζεις πόθον → Eros who drips desire into the eyes
ὀπισθοδάκτυλος, -ον (Α)αυτός που έχει τα δάχτυλα λυγισμένα και στραμμένα προς τα πίσω.[ΕΤΥΜΟΛ. < οπισθ(ο)- + δάκτυλος.