ἡ πρὸς τοὺς ἄρρενας συνουσία → passionate friendship between males
-ον, Ααυτός που αποδίδει κάθε ήχο.[ΕΤΥΜΟΛ. < παντ(ο)- + -φωνος (< φωνή), πρβλ. πολύφωνος].