τὰ ἡμίσεα πάσης τῆς οὐσίης ἐξαργυρώσαντα → turn half of my property into silver
fém. ion. de πλατύς.
πλατέα Ion. f. van 1. πλατύς.
πλᾰτέα: ион. f к πλατύς.