πληρωτέον
From LSJ
Ἔλπιζε τιμῶν τοὺς θεοὺς πράξειν καλῶς → Spera felicitatem, si deos colas → Erhoffe Wohlergeh'n, wenn du die Götter ehrst
English (LSJ)
one must fill, Gp.6.2.4.
Greek (Liddell-Scott)
πληρωτέον: ῥημ. ἐπίθ., πρέπει τις νὰ γεμίσῃ, Γεωπ. 6. 2, 4.