γνοίης ὅσσον ὄνων κρέσσονες ἡμίονοι → you know how much better are donkeys from mules
-ίτιδος, ἡ, Αφρ. «πνιγῖτις γῆ» — είδος μελανόχρωμου χώματος, ὁμοιου ως προς την ποιότητα με τον αμπελίτη, που ονομάστηκε έτσι γιατί βρίσκεται σε στενούς τόπους.[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. πνίγ- του πνίγω + επίθημα -ῖτις (πρβλ. στεγίτις)].