ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν → forgive us our trespasses
-άω, Αχτυπώ κάτι πάνω σε κάτι άλλο και το συντρίβω, σπάζω κάτι πάνω σε κάτι άλλο.[ΕΤΥΜΟΛ. < προσ- + θλῶ «συντρίβω, σπάζω»].