Ἔνεγκε λύπην καὶ βλάβην εὐσχημόνως → Damna ac dolores disce generose pati → Mit schicklichem Anstand trage Trauer und Verlust
-ή, -ό, Ν σβουρίζω1. περιστρεφόμενος2. μτφ. γρήγορος και δυνατός3. το θηλ. ως ουσ. η σβουριχτήδυνατό χαστούκι.