Full diacritics: σπᾰλᾰκός | Medium diacritics: σπαλακός | Low diacritics: σπαλακός | Capitals: ΣΠΑΛΑΚΟΣ |
Transliteration A: spalakós | Transliteration B: spalakos | Transliteration C: spalakos | Beta Code: spalako/s |
σπαλακή, σπαλακόν, perhaps mole-coloured, BGU1283.16 (iii A.D.), dub. in PHib.1.120.15 (iii B.C.).
-ή, -όν, Α σπάλαξ, -ακος]
πιθ. αυτός που έχει το χρώμα του ασπάλακα.