σπερματοκήλη
From LSJ
μή μοι θεοὺς καλοῦσα βουλεύου κακῶς· πειθαρχία γάρ ἐστι τῆς εὐπραξίας μήτηρ, γυνὴ Σωτῆρος· ὦδ᾽ ἔχει λόγος → When you invoke the gods, do not be ill-advised. For Obedience is the mother of Success, wife of Salvation—as the saying goes.
Greek Monolingual
η, Ν
ιατρ. κύστη που σχηματίζεται από κατακράτηση σπερματικού υγρού και εμφανίζεται κυρίως στην επιδερμίδα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. spermatocele (< σπέρμα, -ατος + κήλη). Η λ. μαρτυρείται από το 1839 στον Ιω. Ορλάνδο].