Πατὴρ οὐχ ὁ γεννήσας, ἀλλ' ὁ θρέψας σε → Non qui te genuit, est qui nutrivit pater → Dein Vater ist, wer Nahrung dir, nicht Leben gab | nicht Vater ist, wer Leben, sondern Nahrung gab
ao.2 de συνίστημι.
συνέστην: αόρ. βʹ του συνίστημι.
συνέστην: aor. 2 к συνίστημι.