συστρόφως

From LSJ

τὸ γὰρ εὖ πράττειν παρὰ τὴν ἀξίαν ἀφορμὴ τοῦ κακῶς φρονεῖν τοῖς ἀνοήτοις γίγνεται → undeserved success engenders folly in unbalanced minds

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συστρόφως Medium diacritics: συστρόφως Low diacritics: συστρόφως Capitals: ΣΥΣΤΡΟΦΩΣ
Transliteration A: systróphōs Transliteration B: systrophōs Transliteration C: systrofos Beta Code: sustro/fws

English (LSJ)

Adv. briefly, prob. in Men.Kith.92.

Greek Monolingual

Α
επίρρ. συντόμως.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συστροφή «συντομία, βραχυλογία», μέσω ενός αμάρτυρου επιθ. σύστροφος].