Πρὸς εὖ λέγοντας οὐδὲν ἀντειπεῖν ἔχω → Loquenti bene, quod contradicam, habeo nihil → Wenn einer gut spricht, kenn' ich keinen Widerspruch
το, Ν
1. υποκορ. μικρός τάπητας, χαλάκι
2. (χωρίς υποκορ. σημ.) χαλί, τάπητας.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ. < ιταλ. tappeto λατ. tapēte, -um < τάπης.