τρισευτυχισμένος

From LSJ

Ἰσχυρότερον δέ γ' οὐδέν ἐστι τοῦ λόγου → Oratione nulla vis superior → Nichts ist gewiss gewaltiger als die Vernunft | Nichts ist gewiss gewalt'ger als der Rede Kraft

Menander, Monostichoi, 258

Greek Monolingual

-η, -ο, Ν
πολύ ευτυχισμένος, πανευτυχής.
επίρρ...
τρισευτυχισμένα
με πολλή ευτυχία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < επιτατ. τρισ-/τρι- + ευτυχισμένος].