υπανακλώ

From LSJ

μὴ πόνει, ὦ Ξάνθια, ἀλλὰ ἔλθε δεῦρο → Don't keep suffering, Xanthias, but come here.

Source

Greek Monolingual

-άω, Α
κάμπτω προς τα κάτω.
[ΕΤΥΜΟΛ. < υπ(ο)- + ἀνακλῶ «κάμπτω»].