υποοικογένεια
From LSJ
Ὡς ἡδὺ δούλῳ δεσπότου χρηστοῦ τυχεῖν → Quam dulce servo lenem herum nanciscier → Wie froh macht einen Sklaven doch ein guter Herr
Greek Monolingual
η, Ν
βιολ. ταξινομική βαθμίδα στη συστηματική κατάταξη τών ζώων και τών φυτών, που βρίσκεται μεταξύ του γένους και της οικογένειας.