ὀψὲ θεῶν ἀλέουσι μύλοι, ἀλέουσι δὲ λεπτά → the millstones of the gods grind late, but they grind fine | the mills of God grind slowly, but they grind exceedingly small
Νφρικιώ.[ΕΤΥΜΟΛ. < φρικιῶ, κατά τα ρ. σε -ιάζω].