ωροθέτης
From LSJ
Ὁ αὐτὸς ἔφησε τὸν μὲν ὕπνον ὀλιγοχρόνιον θάνατον, τὸν δὲ θάνατον πολυχρόνιον ὕπνον → Plato said that sleep was a short-lived death but death was a long-lived sleep
Ὁ αὐτὸς ἔφησε τὸν μὲν ὕπνον ὀλιγοχρόνιον θάνατον, τὸν δὲ θάνατον πολυχρόνιον ὕπνον → Plato said that sleep was a short-lived death but death was a long-lived sleep
ὁ, ΜΑ
ο κυβερνήτης τών χρόνων και καιρών
αρχ.
ωροσκόπος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὥρα + -θέτης (< τίθημι), πρβλ. ταξιθέτης.