покрывать позором
From LSJ
Τὰ μικρὰ κέρδη ζημίας μεγάλας (μείζονας βλάβας) φέρει → Minora noxas lucra maiores ferunt → Die kleinen Ränke tragen große Strafe ein
Russian > Greek
ἀτιμάζω, λυμαίνομαι, καταισχύνω, ἀπολωβάω, ἐλέγχω, προσκαταισχύνω, διαβάλλω