Ὑπερηφανία μέγιστον ἀνθρώποις κακόν → Malorum maximum hominibus superbia → Das größte Übel ist für Menschen Übermut
αἰγίκερας, αἰγόκερας, αἰγόκερως, αἰγοκερωτή, βούκερας, βούκερον, βουκέρως, κεράτιον, λωτός, τῆλις