Δρυὸς πεσούσης πᾶς ἀνὴρ ξυλεύεται → Quercu cadente, nemo ignatu abstinet → Fiel erst die Eiche, holt ein jeder Mann sich Holz
ἀπολαυστήρια: τά, ἡδοναί, ἀπολαύσεις, Θεόδ. Στουδ. σ. 487Β.