ἠντεβόλησα

From LSJ

ὑμῖν ἔξεστι εὐδαίμοσι γενέσθαι → to you it is permitted to be joyful, it is permitted to be happy, it is permitted to be fortunate, vobis licet esse beatis

Source

Greek Monotonic

ἠντεβόλησα: ἠντεβόλουν, αόρ. αʹ και παρατ. με διπλή αύξηση του ἀντιβολέω.