διπλή

From LSJ

σκληρόν σοι πρὸς κέντρα λακτίζειν → it is hard for thee to kick against the pricks, it is hard for you to kick against the goads

Source

Greek Monolingual

(I)
η (AM διπλῆ)
βλ. διπλός.
(II)
διπλῇ και διπλεῖ (Α)
επίρρ. δύο φορές.
[ΕΤΥΜΟΛ. < διπλούς + (επιρρ. κατάλ.) - (πρβλ. αλλαχῄ, διχῄ)
το δειπλεί είναι δωρικός τ. του διπλῄ].