συνετῶν μὲν ἀνδρῶν, πρὶν γενέσθαι τὰ δυσχερῆ, προνοῆσαι ὅπως μὴ γένηται· ἀνδρείων δέ, γενόμενα εὖ θέσθαι → it is the part of prudent men, before difficulties arise, to provide against their arising; and of courageous men to deal with them when they have arisen
(I)
η (AM διπλῆ)
βλ. διπλός.
(II)
διπλῇ και διπλεῖ (Α)
επίρρ. δύο φορές.
[ΕΤΥΜΟΛ. < διπλούς + (επιρρ. κατάλ.) -ῂ (πρβλ. αλλαχῄ, διχῄ)
το δειπλεί είναι δωρικός τ. του διπλῄ].