ὀξυτικός

From LSJ

Νόμιζε γήμας δοῦλος εἶναι διὰ βίου → Uxore ducta vivere ut servus para → Nimm eine Frau und sei ihr Knecht ein Leben lang

Menander, Monostichoi, 382

Greek (Liddell-Scott)

ὀξυτικός: -ή, -όν, ὀξύς, ταχύς, Ἱππόλυτ. σ. 852Α.