ἀλᾱτεία, Dor. for ἀλήτης, ἀλητεία.
[Seite 90] -τεια, dor. für ἀλήτης, -τεια, Tragg.
ἀλάτας: ἀλᾱτεία, Δωρ. ἀντὶ ἀλήτης, ἀλητεία.
dor. p. ἀλήτης.
ἀλάτας, ο (Α)δωρ. τ. αντί ἀλήτης.