και -σμένος, -η, -ο αρτύω1. αυτός που έφαγε ή απλώς δοκίμασε κάτι το οποίο δεν είναι νηστήσιμο2. (για φαγητό) εκείνο που έχει γίνει νοστιμότερο με την προσθήκη λαδιού, αλατιού, μυρωδικών κ.λπ.3. το φαγητό που δεν είναι νηστήσιμο.