εθνοφυλακή

Revision as of 06:27, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (10)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Greek Monolingual

η
η οργάνωση ένοπλων πολιτών για την τήρηση της τάξης ή την άμυνα της χώρας σε ανώμαλες περιστάσεις.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. μαρτυρείται από το 1833J.