εξαμηνία

Revision as of 06:31, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (12)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Greek Monolingual

η (Μ ἑξαμηνία) εξάμηνος
1. χρονική περίοδος έξι μηνών
2. ενοίκιο για χρονική περίοδο έξι μηνών
3. καθεμιά από τις δύο χρονικές περιόδους στις οποίες χωρίζεται το σχολικό έτος.