άτιτλος
Greek Monolingual
-η, -ο
1. αυτός που δεν έχει τίτλο ή επικεφαλίδα
2. (για κυριότητα ακινήτου) αυτός που δεν έχει συμβολαιογραφική πράξη ιδιοκτησίας.
-η, -ο
1. αυτός που δεν έχει τίτλο ή επικεφαλίδα
2. (για κυριότητα ακινήτου) αυτός που δεν έχει συμβολαιογραφική πράξη ιδιοκτησίας.