ἐρυτήρ

Revision as of 07:13, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (14)

English (LSJ)

ῆρος, ὁ,

   A that which draws up, ἐ. φάρυγγος, of a strip of papyrus used to induce vomiting, Nic.Al.363.

Greek (Liddell-Scott)

ἐρῠτήρ: ῆρος, ὁ, ὁ ἐξελκύων ἢ σῴζων ἀπό τινος, κακῶν ἐρυτῆρα Νικ. Ἀλεξιφ. 363.

Greek Monolingual

ἐρυτήρ, -ῆρος ὁ (Α)
ερύω
αντικείμενο που τραβάει κάτι προς τα πάνω ή προς τα έξω («ἐρυτῆρα φάρυγγος» — λεπτό τεμάχιο παπύρου που τοποθετείται στον φάρυγγα για πρόκληση εμετού, Νίκ.).