ηχοληψία

Revision as of 07:17, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (16)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Greek Monolingual

η
η τεχνική διαδικασία της λήψης και εγγραφής ήχου σε δίσκο ή σε κινηματογραφική ταινία ή σε ταινία μαγνητοφώνου κ.λπ.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ηχο-λήπτης. Απόδοση στην ελλ. ξεν. όρου πρβλ. αγγλ. sound-recording].