Κρήτηνδε

Revision as of 07:26, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (21)

French (Bailly abrégé)

adv.
vers la Crète ou en Crète avec mouv.
Étymologie: Κρήτη, -δε.

Greek Monolingual

Κρήτηνδε (Α)
επίρρ. στην Κρήτη, προς την Κρήτη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < Κρήτη + επιρρμ. κατάλ. -δε (πρβλ. Ιθάκην-δε, Κύπρον-δε)].