οφυσιολ. αυτογραφική συσκευή που εγγράφει τις μυϊκές συστολές, αλλ. ηλεκτρομυογράφος.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. myographe (< μυς, μυός «όργανο του σώματος» + -γράφος < γράφω). Η λ. μαρτυρείται από το 1895 στην εφημερίδα Άστυ].