τοιατρ. κακοήθης όγκος.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. neoplasme < νε(ο)- + πλάσμα. Η λ. μαρτυρείται από το 1876 στον Θ. Αφεντούλη].