Νικηφόρια, δωρ. τ. Νικαφόρια, τὰ (Α) νικηφόρος1. εορτή με αγώνες που θεσπίστηκε προς τιμήν της Νικηφόρου Αθηνάς από τον Ευμένη Β' στην Πέργαμο2. αγώνες που γίνονταν στην Αίγινα.