περιδίνηση

Revision as of 12:16, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (32)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Greek Monolingual

η / περιδίνησις, -ήσεως, ΝΜΑ περιδινώ
περιστροφή, κυκλοτερής κίνηση, στροβιλισμός (α. «περιδίνησις τοῡ ἀέρος» β. «περιδίνησις τροχοῡ» γ. «περιδίνησις τρυπάνου»)
νεοελλ.
(αεροπ.) είδος ακροβασίας κατά την οποία το αεροσκάφος πραγματοποιεί κατακόρυφη σχεδόν κάθοδο με μεγάλη ταχύτητα και με ελικοειδή κίνηση.