ῶνος, ὁ,
A peach-orchard, IG22.2776.91, 113.
-ῶνος, ὁ, Ακήπος με ροδακινιές.[ΕΤΥΜΟΛ. < περσική «ροδακινιά» + επίθημα -ών (πρβλ. αμπελ-ών)].